Η Ευρώπη στο καλάθι των αχρήστων

(ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ “Π” ΣΤΙΣ 05-01-12)
Η ενωμένη Ευρώπη παραδίδεται στο κα­λάθι των αχρήστων της Ιστορίας. Ο με­γαλύτερος φόβος του Γιούργκεν Χάμπερμας συναντά την ελπίδα του Έρικ Χομπσμπάουμ.

Δύο από τις εμβληματικές μορφές της ευρω­παϊκής διανόησης του 20ού αι. θυμήθηκαν το 1848 λίγο πριν μας αφήσει το 2011. Ο διάσημος Βρετανός ιστορικός Έρικ Χομπσμπάουμ παρα­κολούθησε με ενθουσιασμό τον χρόνο που μας αφήνει σε λίγες ημέρες.

Ήταν μια χρονιά που τη σημάδεψαν οι εξεγέρ­σεις του αραβικού κόσμου και τα κινήματα των λεγόμενων «Αγανακτισμένων» και «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ» (Occupy) στον δυτικό κόσμο.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στον Άντριου Γουάιτχεντ και προβλήθηκε από την τηλεόραση του BBC την προπαραμονή των Χριστουγέννων, ο Χομπσμπάουμ συγκρίνει το 2011 με το 1848. Τό­τε, εκδηλώθηκε η ανισορροπία του ευρωπαϊκού κόσμου με τη μορφή επαναστάσεων, που ξεκίνη­σαν από τη Γαλλία, μεταδόθηκαν στην αυτοκρα­τορία των Αψβούργων και γενικεύτηκαν στο έδα­φος της Ευρώπης.
«Ήταν μια τεράστια χαρά να ανακαλύπτω ξα­νά ότι οι άνθρωποι συνεχίζουν να κατεβαίνουν στους δρόμους για να διαδηλώσουν, να ανατρέ­ψουν κυβερνήσεις» λέει ο Χομπσμπάουμ για τη χρονιά της επαναστατικής έκρηξης του αραβικού κόσμου.
Ο ενθουσιασμός και η ανακούφιση του ιστορι­κού ενισχύουν την πεποίθησή του ότι, «αν πρό­κειται να γίνει επανάσταση, θα πρέπει να μοιάζει λίγο με αυτήν (σ.σ.: την Αραβική Άνοιξη). Τουλά­χιστον τις πρώτες μέρες. Οι άνθρωποι κατεβαί­νουν στους δρόμους, για να διαδηλώσουν για τα σωστά πράγματα».
Η Αραβική Άνοιξη αποτελεί το τελευταίο εν­διαφέρον του ιστορικού, που πέρασε τη ζωή του στη «σκιά ή τη λάμψη των επαναστάσεων». Ωστόσο, δεν έχει αυταπάτες: «Ξέρουμε ότι δεν θα διαρκέσει». Ο ιστορικός διαχωρίζει με παράλ­ληλες γραμμές την Αραβική Άνοιξη του 2011 και τη χρονιά των επαναστάσεων στην Ευρώπη δύο αιώνες πριν.
«Μου θυμίζει το 1848 – όταν μια άλλη αυθόρ­μητη επανάσταση άρχισε σε μία χώρα και εξα­πλώθηκε σε όλη την ήπειρο σε σύντομο χρονικό διάστημα» λέει.
Οι διαδηλωτές που πλημμύριζαν την πλατεία Ταχρίρ και ανέτρεψαν τον Χόσνι Μουμπάρακ, σή­μερα ανησυχούν για τη μοίρα της επανάστασής τους, καθώς βλέπουν να τους κυβερνούν στρα­τιωτικοί.
Με μόνη πιθανή εξαίρεση αυτήν της Τυνησίας, ο ιστορικός βλέπει μικρή προοπτική για την εγκα­θίδρυση φιλελεύθερων δημοκρατιών ή ευρωπα­ϊκού τύπου αντιπροσωπευτικών κυβερνήσεων στον αραβικό κόσμο.
Όμως, ξανά, είναι αισιόδοξος: «Δύο χρόνια μετά το 1848, φαινόταν ότι όλα (τα επαναστατι­κά κινήματα) είχαν αποτύχει. Μακροπρόθεσμα, όμως, δεν είχαν αποτύχει. Έγιναν η αφορμή για σημαντικές φιλελεύθερες αλλαγές. Άρα ήταν μια άμεση αποτυχία, όμως μια μακροπρόθεσμη μερι­κή επιτυχία – παρόλο που δεν είχε πια τη μορφή της επανάστασης».
Σήμερα εκτιμά ότι βρισκόμαστε στο μέσο μιας επανάστασης, «όμως δεν είναι η ίδια επανάστα­ση» παντού. Ως κοινούς παράγοντες αναδεικνύει τη συσσωρευμένη δυσαρέσκεια και τις δυνάμεις που κινητοποιούνται, μια μεσαία τάξη νεαρής ηλικίας, που θέλει εκσυγχρονιστικές μεταρρυθ­μίσεις, καθώς και τους φοιτητές.
Στην τεχνολογία και τα μέσα κοινωνικής δικτύ­ωσης, που διευκόλυναν την οργάνωση κινητοποι­ήσεων, αποδίδει επίσης ενοποιητικό ρόλο.
Έτσι, περνάει από τις αραβικές εξεγέρσεις στα άλλα κινήματα που τράβηξαν την προσοχή του το 2011, στις κινητοποιήσεις «Occupy» στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη.
Διακρίνει τις ρίζες αυτού του κινήματος στην προεκλογική καμπάνια του Μπαράκ Ομπάμα για τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2008. Τότε κινητοποιήθηκαν για πρώτη φορά ανενεργά πο­λιτικώς τμήματα νέων ανθρώπων, κυρίως μέσω Διαδικτύου.
Αυτή ακριβώς είναι η επιτυχία των αντικαπιταλιστικών διαδηλώσεων του κινήματος «Καταλά­βετε τη Γουόλ Στριτ» και όχι οι καθαυτό διαδηλώ­σεις, για τον Χομπσμπάουμ. Είναι ο αφανής στρα­τός που πέρασε την αντικουλτούρα σε κάποιες περιπτώσεις και στην κοινή γνώμη.
Υπάρχει όμως και ένα χαρακτηριστικό των εξε­γέρσεων του 2011 που δημιουργεί ανησυχία στον ιστορικό. Αυτό είναι το ζήτημα της ιδεολογί­ας, κυρίως στις αραβικές επαναστάσεις.
«Αυτό που προβάλλει ως μαζική ιδεολογία δεν είναι η ιδεολογία αυτών που ξεκίνησαν τις κινητοποιήσεις» σημειώνει, λέγοντας ότι είναι μια «μη αναμενόμενη και όχι απαραίτητα καλοδεχού­μενη εξέλιξη».
Ο Μαρξ το προέβλεψε
Το τελευταίο του βιβλίο «Πώς να αλλάξουμε τον κόσμο» διαπερνά το αδιάλειπτος πάθος του για την πολιτική, καθώς - παρ’ ότι ιστορικός - η επαναστατική πρακτική συνεχίζει να απασχολεί τον μαρξιστή Χομπσμπάουμ, παρά τα ενενήντα και κάτι χρόνια του.
Γεννημένος λίγους μήνες πριν από την Οκτωβρι­ανή Επανάσταση το 1917, ήταν μέλος του Κομμου­νιστικού Κόμματος Βρετανίας για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.
Κατά το επαναστατικό 2011 διαπιστώνει ότι η παραδοσιακή ευρωπαϊκή Αριστερά, στην οποία εντάσσει τον εαυτό του και ως επίδοξο εκσυγχρο­νιστή, μπήκε στο περιθώριο από τις μαζικές δια­δηλώσεις και καταλήψεις.
«Η παραδοσιακή Αριστερά ήταν συνδεδεμένη με έναν τύπο κοινωνίας που δεν υπάρχει πια ή τεί­νει να εκλείψει. Πίστευε ευρέως στο μαζικό εργα­τικό κίνημα ως τον φορέα του μέλλοντος. Αφού έχουμε αποβιομηχανοποιηθεί, αυτό δεν είναι πια δυνατό».
Οι νέοι «επαναστατικοί φορείς» είναι για τον Χομπσμπάουμ η σύγχρονη μεσαία τάξη και το ορ­μητικό κομμάτι των φοιτητών. Με δημογραφικούς όρους, αυτά τα τμήματα της κοινωνίας μπορούν να παίξουν πιο επιδραστικό ρόλο σε χώρες εκτός Ευ­ρώπης.
Παρόλο που η ανάλυση του Χομπσμπάουμ έχει μετατοπιστεί από το μοντέλο του Μαρξ και του μαρξισμού, που ανάγει την εργατική τάξη ως φο­ρέα της επαναστατικής αλλαγής, ο ιστορικός επι­μένει να διατηρεί τον μαρξισμό στην ατζέντα.
Στην παρουσίαση του βιβλίου του, που πραγμα­τοποιήθηκε στην Ελλάδα στις 20 Δεκεμβρίου, δι­αβάστηκε μήνυμά του, το οποίο ανέφερε μεταξύ άλλων: Το βιβλίο εκδίδεται σε «μια ιστορική στιγ­μή κατά την οποία η μεγαλύτερη κρίση μετά τη δε­καετία του 1930 στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύ­στημα αποδεικνύει, για άλλη μια φορά, τη σπου­δαιότητα της ανάλυσης του καπιταλισμού από τον σημαντικότερο επικριτή του», δηλαδή τον Μαρξ και τον μαρξισμό.
«…Το 2000 είχε ήδη γίνει σαφές ότι ο κό­σμος της παγκοσμιοποίησης στον οποίο ζούσα­με, έμοιαζε πολύ με αυτόν που προέβλεψε ο Μαρξ στο “Κομμουνιστικό Μανιφέστο” (σ.σ.: το 1848), και το 2008 με τη φράση του πρωτοσέλιδου των “Financial Times”, “Ο καπιταλισμός σε αναταραχή”».
Αναφερόμενος στην Ελλάδα, που πλήττεται από την οικονομική κρίση, προέτρεψε να διατηρηθεί ο μαρξισμός στην ατζέντα και ευχήθηκε τελικά η χώρα να βγει από την περίοδο βαθιάς κρίσης που διανύει.
Ο απαισιόδοξος
Τον ενθουσιασμό του Έρικ Χομπσμπάουμ δεν συμμερίζεται σε καμία περίπτωση ο Γιούργκεν Χάμπερμας, για τον οποίο το 2011 ήταν γεμάτο από μελανά σημεία.

Ο Γερμανός φιλόσοφος είναι θυμωμένος, κα­θώς βλέπει το ιδεώδες της ενωμένης Ευρώπης να διαλύεται και ελπίζει να καταφέρει να το σώσει από τους ανίκανους πολιτικούς και τις σκοτεινές δυνάμεις της αγοράς.
Ο Χάμπερμας παρουσίασε το τελευταίο του βιβλίο «Για το Σύνταγμα της Ευρώπης» («Zur Verfassung Europas ») στα τέλη Νοεμβρίου στο Ιν­στιτούτο Γκαίτε, στο Παρίσι.
Παίρνοντας τη θέση του στο βήμα της εκδήλω­σης, κατέστησε σαφές το επείγον της κατάστασης: «Μιλώ εδώ ως πολίτης. Θα προτιμούσα να κάθομαι στο γραφείο μου στο σπίτι, πιστέψτε με. Όμως εί­ναι πάρα πολύ σημαντικό. Πρέπει όλοι να καταλά­βουμε ότι βρισκόμαστε ενώπιον κρίσιμων αποφά­σεων. Γι’ αυτό έχω αναμειχθεί τόσο πολύ σε αυτήν τη συζήτηση. Το ευρωπαϊκό σχέδιο δεν μπορεί να συνεχίσει να βρίσκεται στα χέρια μιας ελίτ».
«Αρκετά!» ανεβάζει τον τόνο της φωνής του και χτυπά το χέρι στο τραπέζι. Στο στόχαστρό του μπαίνουν τα κόμματα, οι πολιτικοί των οποίων έπαψαν να εμπνέουν και ασχολούνται μόνο με την επανεκλογή τους. Επίσης, κατακεραυνώνει τα μέ­σα ενημέρωσης και τη διαχείριση της πληροφορί­ας σχετικά με την κρίση.
Για τον Χάμπερμας, η Ευρώπη είναι ένα όραμα μεγάλης σπουδαιότητας για τον ανθρώπινο πολιτι­σμό, που δεν πρέπει να αφεθεί στην αποτυχία.
Ο 82χρονος φιλόσοφος καταγγέλλει την κατα­στρατήγηση των βασικών αρχών δημοκρατικής λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χαρακτηρί­ζει ως «ανωμαλία» το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και κατακεραυνώνει αυτούς που γύρισαν την πλάτη στα ευρωπαϊκά ιδεώδη.
Τα κινήματα που αναπτύχθηκαν στον κατεξο­χήν χώρο ενδιαφέροντός του, τον ευρωπαϊκό, δεν αποτελούν μέρος του σχεδίου του διάσωσης της ενωμένης Ευρώπης. Άλλωστε, ο θεωρητικός της δημόσιας σφαίρας παραδέχεται ότι δεν έχει ιδέα για το Facebook ή το Twitter. Ως παραδοσια­κός φιλόσοφος πιστεύει στη δύναμη των λογικών επιχειρημάτων και του γραπτού λόγου. Γι’ αυτό ίσως δεν καλοβλέπει τα κινήματα «Occupy», τα οποία δεν έχουν συντάξει ούτε μισό ξεκάθαρο αίτημα.
Για τον Χάμπερμας, είναι αναγκαία η συμφιλίω­ση του καπιταλισμού με τη δημοκρατία στο πλαί­σιο της «παγκόσμιας κοινότητας». Αλλιώς, προει­δοποιεί, θα ζούμε σε μια συνεχή κατάσταση έκτα­κτης ανάγκης.
«Αν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα αποτύχει, το ερώτημα που τίθεται είναι πόσο χρονικό διάστημα θα χρειαστεί για να επιτευχθεί ξανά ένα ανάλο­γο στάτους κβο. Θυμηθείτε τη γερμανική επανά­σταση του 1848: μετά την αποτυχία της, μας πήρε 100 χρόνια για να ανακτήσουμε το ίδιο επίπεδο δημοκρατίας με πριν».
Η μετα-δημοκρατία των Μερκοζί
Στο τελευταίο βιβλίο του, ο Γιούργκεν Χάμπερ-μας περιγράφει πώς άλλαξε η ουσία της ευρω­παϊκής δημοκρατίας υπό την πίεση της κρίσης και της φρενίτιδας των αγορών.

Υποστηρίζει ότι η εξουσία γλίστρησε από τα χέρια των πολιτών και πέρασε σε σώματα αμφί­βολης δημοκρατικής νομιμοποίησης. Βασικά, οι τεχνοκράτες μεθόδευσαν αργά και σταδιακά ένα σιωπηλό πραξικόπημα.
Το μεταμοντέρνο δεν ήταν αρκετό για να πε­ριγράψει το σύστημα γαλλογερμανικών σχέσε­ων που εγκαθίδρυσαν η Γερμανίδα καγκελάρι­ος Άνγκελα Μέρκελ και ο Γάλλος πρόεδρος Νι­κολά Σαρκοζί στη διάρκεια αυτής της κρίσης, γι’ αυτό ο Χάμπερμας εισάγει τον όρο «μετα-δημοκρατία».
Βλέπει μια Ευρώπη στην οποία τα κράτη οδη­γούνται από τις αγορές και στα οποία η Ευρω­παϊκή Ένωση ασκεί τεράστια πίεση στον σχη­ματισμό νέων κυβερνήσεων, όπως στις περι­πτώσεις της Ιταλίας και της Ελλάδας.
«Είναι απλώς απαράδεκτο, απλώς απαράδε­κτο» επαναλαμβάνει για τις διαταγές της Ευρω­παϊκής Ένωσης ή την απώλεια της εθνικής κυρι­αρχίας της Ελλάδας.
Ο Χάμπερμας απαιτεί από τα μέσα ενημέρω­σης να βοηθήσουν τους Ευρωπαίους πολίτες να καταλάβουν τον βαθμό στον οποίο η Ε.Ε. επηρεάζει τις ζωές τους. Υπό αυτό το πρίσμα οι live-stream επαναστάσεις των κινημάτων «Occupy» τελικά δεν είναι στην αντίθετη κατεύθυνση.
Το επαναστατικό έτος 1848 είναι η προει­δοποίηση από το παρελθόν που προσφέρει ο Χάμπερμας στη συζήτηση. Όσο ο εκδημοκρα­τισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης παραμένει ζη­τούμενο, το παρόν θα μένει ανέφικτο και το μέλλον μουντό.
Η ιστορία θα δείξει αν το φάντασμα πλανι­έται ακόμα πάνω από την Ευρώπη. Πάντως, το σίγουρο είναι ότι το 2011 γέννησε μια σειρά βί­αιων εξελίξεων, που θα σημαδέψουν τα επόμε­να χρόνια.

http://topontiki.gr/article/27816